Επιστρέφοντας σε μια νέα πραγματικότητα

Ανακοινώσεις

«Σταδιακή επιστροφή στην κανονικότητα». Αλήθεια, σε ποια κανονικότητα; Άραγε μας περιμένει η καθιερωμένη πραγματικότητα μας εκεί έξω, ατόφια, άθικτη, ίδια και απαράλλακτη, να επιστρέψουμε και να τη βάλουμε σε λειτουργία;

 

Οι λέξεις έχουν μια δύναμη μοναδική. Δημιουργούν εικόνες, σενάρια, γεννούν σκέψεις, και συναισθήματα. Δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι χαρτογραφούν την πραγματικότητα μας. Αν το καλοσκεφτούμε η γλώσσα αποτελεί το βασικό μας εργαλείο για την κατανόηση και τη μετάφραση του περιβάλλοντα κόσμου μας. Για την Jodelet, κοινωνική ψυχολόγο, η πραγματικότητα μας δεν υφίσταται παρά μόνο μέσα από τις αναπαραστάσεις που έχουμε δημιουργήσει για αυτή. Συνεπώς οι λέξεις οικοδομούν, συμβολίζουν, καθοδηγούν, προβλέπουν τον κόσμο μας.


«Σταδιακή επιστροφή στην κανονικότητα». Άραγε τι σκέψεις, τι συναισθήματα, τι προσδοκίες γεννιούνται με μια τέτοια ανακοίνωση; «Κανονικότητα», συμβολίζει όλα όσα χάσαμε πριν από περίπου δύο μήνες, συμβολίζει όλα όσα ποθούμε και όσα διακυβεύονται για την επόμενη μέρα. Κυρίως όμως συμβολίζει εμάς, την πραγματικότητα μας, τη ζωή μας, τους ρόλους μας, τον τρόπο που υπήρχαμε και που συν-υπήρχαμε ως τώρα.«Σταδιακή επιστροφή». Διαβάζοντας το, θα έλεγε κανείς πως η καθιερωμένη πραγματικότητα μας, είναι εκεί έξω. Μας περιμένει, ατόφια, άθικτη, ίδια και απαράλλακτη, να «επιστρέψουμε» και να τη βάλουμε σε λειτουργία. Είναι άραγε εφικτό, ρεαλιστικό να βγει κανείς από μια κρίση τέτοιας σοβαρότητας και εμβέλειας αλώβητος, όμοιος με πριν;


Οι κρίσεις αναφέρονται σε γεγονότα δυσβάσταχτα, που δοκιμάζουν τις αντοχές των ανθρώπων που τα βιώνουν και υπερβαίνουν τους μηχανισμούς τους, τις γνώσεις, τις δυνατότητες και τις στρατηγικές αντιμετώπισης που διαθέτουν. Αν παρατηρήσει κανείς τις κρίσεις που ανά τους αιώνες έχουν ταλανίσει αυτόν τον κόσμο, θα βρει πόσο όμοια μοτίβα αντιδράσεων ενεργοποιούνται κάθε φορά, με κυρίαρχα τα δυναμικά του τραύματος και του πένθους. Πόσο ίδιους αλήθεια μας αφήνει μια τραυματική εμπειρία; Πόσο ίδια παραμένει η ζωή μας μετά από ένα πένθος;
Άτομα που αντιμετωπίζουν εξαιρετικά ψυχοπιεστικά γεγονότα, βιώνουν σοβαρά συμπτώματα, όπως διαταραχές του ύπνου, υπερδιέγερση, απάθεια, ευερεθιστότητα, τα οποία ενίοτε επιμένουν ακόμη και μήνες ή χρόνια μετά το συμβάν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι εφιάλτες που ταλαιπωρούν μεγάλο ποσοστό του κόσμου αυτές τις μέρες. Όνειρα που αναφέρονται σε σενάρια νόσου ή θανάτου από τον ιό, τόσο των ίδιων, όσο και αγαπημένων τους προσώπων. Η πλήρης αποφυγή συγκεκριμένων ερεθισμάτων, όπως η μετάβαση σε ένα κατάστημα, για την προμήθεια ειδών πρώτης ανάγκης-ακόμη και όταν τηρούνται με ασφάλεια όλα τα μέτρα προστασίας. Τέτοια στοιχεία καταδεικνύουν πόσο τραυματικά έχουν εγγραφεί μέσα μας τα γεγονότα των τελευταίων μηνών. Είναι χαρακτηριστικό πως όταν τέθηκε σε ισχύ το μέτρο του «μένουμε σπίτι» τα συναισθήματα που κυριαρχούσαν στον κόσμο ήταν ο εκνευρισμός και η απελπισία. Οι περισσότεροι μάλιστα αντιλαμβάνονταν την παραμονή στο σπίτι ως «φυλακή». Με την ανακοίνωση της σταδιακής άρσης των μέτρων το συναίσθημα που κυριάρχησε ήταν ο φόβος και η αγωνία για την «έξοδο». Το δε σπίτι, από φυλακή είχε μετατραπεί σε καταφύγιο στις αναπαραστάσεις του κόσμου. Άνθρωποι που αρχικά δεν έβλεπαν την ώρα να επιστρέψουν στον εργασιακό τους χώρο, τώρα με έκπληξη ανακαλύπτουν ότι η επάνοδος που τόσο λαχταρούσαν, συνιστά περισσότερο ένα δυσβάσταχτο δίλημμα.


«Είναι που δεν έχουν βρει ακόμη το εμβόλιο, μετά όλα θα ξεχαστούν» μου είπε πρόσφατα ένας κύριος και ειλικρινά εύχομαι να είναι έτσι για όλους μας. Ωστόσο οι μελέτες πάνω στη Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες, δείχνουν ότι το ζήτημα ίσως είναι πιο πολύπλοκο. Ακόμη κι αν αύριο μας ανακοίνωναν ότι το εμβόλιο είναι έτοιμο και διατίθεται πια ελεύθερα, ένα μεγάλο ποσοστό του κόσμου ίσως δυσκολευόταν πολύ να δώσει ξανά το χέρι του, την επόμενη φορά που θα συστηνόταν. Αν μάλιστα το έκανε για λόγους ευγένειας, ίσως να αισθανόταν ότι κινδύνευε και ότι έπρεπε άμεσα να απολυμάνει τα χέρια του. Μετά από μια τραυματική εμπειρία, είναι σύνηθες, ερεθίσματα που μέχρι πρότινος ήταν ουδέτερα και φαινομενικά ασήμαντα, να μετατρέπονται σε εκλυτικούς παράγοντες και να γίνονται ικανά να ξυπνήσουν μέσα μας τον φόβο ή να αναβιώσουν σκηνές από το ψυχοπιεστικό συμβάν. Ένα κοινό κρυολόγημα για παράδειγμα, ίσως αποδειχθεί πολύ στρεσογόνο για κάποιους, μετά την εμπειρία του κορονοϊού. «Κι αν δεν τελείωσε ακόμα, αν είναι κάποιος καινούριος ιός και έχουμε πάλι τα ίδια?» είναι μια σκέψη, μια ανησυχία που πολύ φυσιολογικά ίσως περάσει από το μυαλό μας. Το ζήτημα είναι ότι πρόκειται για μια σκέψη, που άλλους θα τους απασχολήσει ελάχιστα, άλλους θα τους ταλαιπωρήσει για ένα διάστημα και σταδιακά θα εξασθενήσει. Για ένα ποσοστό συνανθρώπων μας όμως, ίσως αυτή η σκέψη αποδειχθεί ένα σοβαρό πρόβλημα, που θα θέσει εμπόδια στη ζωή και στη λειτουργικότητα τους.

 

Μια εμπειρία βαθιά ψυχική

 Ας μην ξεχνάμε ότι η εμπειρία της πανδημίας του κορονοϊού δεν είναι μόνο βιολογική, είναι βαθιά ψυχική και κοινωνική και ως τέτοια πρέπει να την αντιμετωπίσουμε. Παράλληλα μάλιστα, ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία μας, μιλάμε για μια εμπειρία απολύτως οικουμενική, συλλογική, παγκόσμια. Πολλοί συνάδελφοι μιλούν για «συλλογικό τραύμα» όπως και για «συλλογικό πένθος».
Το πένθος δεν αφορά μόνο τον φυσικό θάνατο ενός αγαπημένου μας προσώπου, αφορά την απώλεια, την αλλαγή. Μία απόλυση, ένα διαζύγιο, ένας χωρισμός, συνιστούν απώλειες και μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά την ψυχική μας υγεία. Σε μια συνέντευξη που έδωσε πρόσφατα ο David Kessler, ειδικός στη διαχείριση πένθους, ανέφερε ότι αυτή η δυσφορία που νιώθουμε αυτόν τον καιρό είναι ουσιαστικά πένθος. Συγκεκριμένα αναφέρει «Αισθανόμαστε μια σειρά από διαφορετικά είδη πένθους. Αισθανόμαστε ότι ο κόσμος έχει αλλάξει, και έχει αλλάξει. Γνωρίζουμε ότι αυτό είναι προσωρινό, αλλά γνωρίζουμε ότι μόλις τελειώσει, θα έχουν αλλάξει πολλά πράγματα από την κατάσταση που βιώναμε πριν. Η απώλεια της κανονικότητας, ο φόβος και η ανασφάλεια για την οικονομία που θα ακολουθήσει μετά το τέλος της πανδημίας, μας κάνει να πενθούμε σήμερα για τα όσα θα χάσουμε, από αυτή τη δύσκολη περίοδο.». Ουσιαστικά θρηνούμε, ο καθένας με τον δικό του μοναδικό τρόπο για την κανονικότητα, που αφήνουμε πίσω μας. Ναι, δεν μετράμε όλοι τις ίδιες απώλειες. Η απώλεια όμως του καθένα, για τον ίδιο είναι σημαντική, και τη στιγμή που τη βιώνει, την αντιλαμβάνεται ως καθοριστική για τη ζωή του. Και τις περισσότερες φορές είναι. Μια απώλεια αν μη τι άλλο, πάντα φέρνει αλλαγές σε εμάς και στη ζωή μας. Ανεξάρτητα από το αν οι αλλαγές θα αποδειχθούν ωφέλιμες ή ζημιογόνες στο μέλλον, η απώλεια μας φέρνει αντιμέτωπους με μια νέα, άγνωστη κατάσταση, την οποία καλούμαστε να αποκωδικοποιήσουμε, να διαχειριστούμε και τελικά να την οικειοποιηθούμε. Ούτε λίγο ούτε πολύ η απώλεια, μας ζητά να προσαρμοστούμε, να δοκιμάσουμε, να αποτύχουμε και να δοκιμάσουμε ξανά, να μάθουμε, να αναπροσδιορίσουμε και να βρούμε νόημα στο καινούριο.
Τι γίνεται όμως αν εμείς περιμένουμε ότι θα «επιστρέψουμε στην κανονικότητα μας»; Τότε ίσως αποπροσανατολιστούμε, ίσως χάσουμε πολύτιμο χρόνο. Το χειρότερο όμως είναι πως ίσως αναγκαστούμε να δούμε την πραγματικότητα μας να γκρεμίζεται για δεύτερη φορά, ενώ αυτή γκρεμίστηκε μονάχα μία. Το κυριότερο λοιπόν, είναι ότι ίσως απογοητευτούμε βαθιά και μια ακόμη ματαίωση, ένα ακόμη πένθος, μάλλον δε θα ναι σύμμαχοι της ψυχικής μας υγείας. Ακριβώς για αυτό οι λέξεις που χρησιμοποιούμε ίσως αποδειχθούν ένα πολύ ευαίσθητο ζήτημα. Γιατί οικοδομούν τον κόσμο μας, δημιουργούν προσδοκίες και τελικά αποτελούν την πυξίδα μας.

Η ανασφάλεια του καινούργιου

 «Σταδιακή επάνοδος στη νέα μας πραγματικότητα», μάλλον θα μας τρόμαζε αν το βλέπαμε στους τίτλους των ειδήσεων και είναι απόλυτα λογικό. Αφενός κάθε τι νέο και άγνωστο μας δημιουργεί ανασφάλεια. Αφετέρου στην προκειμένη περίπτωση αν κάτι γνωρίζουμε, είναι ότι τουλάχιστον το πρώτο διάστημα θα είναι δύσκολο. Κανείς όμως δεν μπορεί να πει με σιγουριά, αν η νέα μας κανονικότητα αποδειχθεί τελικά ωφέλιμη ή θετική σε πολλά σημεία της. Ας μην ξεχνάμε επίσης, πως και η μέχρι πρότινος κανονικότητα μας, δεν ήταν ολωσδιόλου ευνοϊκή, είχε πολλά τρωτά σημεία, απλά ήταν τα τρωτά σημεία που γνωρίζαμε. Η Θεωρία του Χάους επισημαίνει ότι αυτό που μας αναστατώνει στις κρίσεις δεν είναι η «απόλυτη αταξία», αλλά η νέα, αυτοσχέδια, άγνωστη, «τάξη» που προκύπτει.
Η κρίση που βιώνουμε τους τελευταίους μήνες συνιστά μία έντονη ψυχοπιεστική εμπειρία και είναι απόλυτα λογικό να επηρεάσει την ψυχική μας υγεία. Πολλοί με ρωτούν αυτό το διάστημα αν είναι φυσιολογικό να έχουν τόσο άγχος, ή τόση θλίψη. Ειδικά μάλιστα, από τη στιγμή που δεν έχουν χάσει κάποιο προσφιλές άτομο. Είναι σημαντικό να μπορούμε να αναγνωρίζουμε και να αφουγκραζόμαστε τα συναισθήματα μας, δίχως ενοχή. Δεν υπάρχει μια αντικειμενική, πανανθρώπινη κλίμακα, σοβαρότητας των καταστάσεων. Σημασία έχει πως βιώνουμε μια κατάσταση. Αν την αντιλαμβανόμαστε ως τραγική, τότε το μόνο που μετρά, είναι το κατά πόσο η οδύνη μας, έχει επηρεάσει τη ζωή μας και τι μπορούμε να κάνουμε για αυτό.
Αντίστοιχα είναι εξίσου σημαντικό να κατανοούμε τον διπλανό μας, να μην στιγματίζουμε, κρίνουμε ή χλευάζουμε κάποιον για τις συναισθηματικές αντιδράσεις του. Καθένας μας βιώνει αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση, κουβαλώντας μαζί και τη δική του ιστορία κι αυτό πρέπει να είναι αν μη τι άλλο σεβαστό.
Η προσαρμογή στο άγνωστο, στο καινούριο δεν είναι μια εύκολη υπόθεση, ακόμη και για τους πιο αισιόδοξους. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να εγκληματιστούμε σιγά σιγά στις νέες συνθήκες, σταδιακά, με ψυχραιμία και βασισμένοι σε όσα μπορούμε να ελέγξουμε κάθε φορά. Όχι, δε θα βγούμε όλοι τραυματισμένοι από όλο αυτό, ούτε και θα μας έχει επηρεάσει όλους στον ίδιο βαθμό και με τον ίδιο τρόπο. Από όλο αυτό θα βγούμε όμως σίγουρα αλλαγμένοι, γιατί ακόμη κι αν δεν αλλάξουμε εμείς, θα έχει αλλάξει ο κόσμος γύρω μας. Το πρόσημο, θετικό ή αρνητικό, σε αυτή την αλλαγή θα το δείξει μονάχα ο χρόνος.

 

Κόλλια Έλενα

Ψυχολόγος

 

Αναδημοσίευση άρθρου από : https://www.zo2.gr/  

 

 

Κοινωνικός Συνεταιρισμός Περιορισμένης Ευθύνης

Συνεργαζόμενος Φορέας

    

Συνεργαζόμενες Επιχειρήσεις